Τα μυρμήγκια ζήλευαν τη μεγάλη, λαμπερή ζωή των ανθρώπων. Τους παρατηρούσαν κρυμμένα στις γωνιές των επίπλων και στις χαραμάδες των τοίχων. Όταν εκείνοι έδειχναν απασχολημένοι, αυτά έβγαιναν από τις κρυψώνες τους και κρυφοκοίταζαν. Όρθωναν τα κόμπια του κορμιού τους το ένα πάνω στ’ άλλο για να μπορούν να αγναντεύουν όσο πιο ψηλά γινόταν. Τους έβλεπαν να πηγαινοέρχονται βιαστικοί, άλλοτε χαμογελαστοί και άλλοτε κατσούφηδες. Τους άκουγαν να κουβεντιάζουν, να γελάνε, να μαλώνουν. Μάζευαν τα ψίχουλα που έπεφταν από τα τραπέζια τους και σάστιζαν από τις ονειρεμένες γεύσεις της πίτσας, της τούρτας και των μπισκότων. Η ζωή των ανθρώπων πρέπει να ήταν ο παράδεισος για τον οποίο είχαν ακούσει να γίνεται λόγος.
Συχνά τα μυρμήγκια πλήρωναν ακριβά αυτή τους την αδιακρισία. Οι άνθρωποι πλησίαζαν απειλητικά με κάτι κυλινδρικά όπλα που έκαναν «φσσιιττ» και εκτόξευαν δηλητηριώδη βροχή. Δεν γλίτωνε κανένα τους σε τέτοιες πολεμικές επιχειρήσεις. Άλλες φορές οι φωλιές τους πλημμύριζαν από σαπουνάδες που μύριζαν όμορφα. Τότε τα μυρμήγκια πνίγονταν αρωματισμένα. Ποτέ όμως δεν το έβαζαν κάτω. Συνέχιζαν τη διακριτική τους κατασκοπεία μέσα από τα υπόγεια παρατηρητήριά τους.
Χθες το βράδυ έζησαν μια καταπληκτική εμπειρία από τον ανθρώπινο κόσμο. Μια παρέα ανθρώπων είχε μαζευτεί στη βεράντα ενός σπιτιού. Έτρωγαν, έπιναν, γελούσαν. Κάποια στιγμή ο οικοδεσπότης εμφανίστηκε με ένα μπουκάλι που περιείχε ένα ροζέ υγρό. Κούνησε λίγο το μπουκάλι και έβγαλε το αλουμινόχαρτο που κάλυπτε το λαιμό του. Ένας δυνατός κρότος ακούστηκε και ένα αντικείμενο, μάλλον ξύλινο, εκτοξεύτηκε από το μπουκάλι, διέγραψε μια ατρακτοειδή τροχιά πάνω από τα κάγκελα του μπαλκονιού και προσγειώθηκε στα μαρμάρινα σκαλιά του σπιτιού. Έκπληκτα τα μυρμήγκια έσπευσαν να το περιεργαστούν.
Το ξύλινο αντικείμενο ήταν ένας φελλός, σημαδεμένος με ακαταλαβίστικα γράμματα και αριθμούς. Ήταν μουσκεμένος με το ροζέ υγρό. Τα σκαλοπάτια είχαν πασαλειφτεί και γυάλιζαν στο φεγγαρόφωτο. Τα μυρμήγκια πλησίασαν πιο κοντά και άρχισαν να δοκιμάζουν τους ροζέ λεκέδες. Μύριζαν όμορφα και η γεύση τους είχε μια γλυκιά σπιρτάδα. Μαζεύτηκαν καμιά τριανταριά μυρμήγκια και μέσα σε λίγη ώρα είχαν σχεδόν καθαρίσει τους λεκέδες.
Αισθάνθηκαν ξαφνικά ότι είχαν βαρύνει. Τα πόδια τους λες και ήταν κολλημένα στο σκαλοπάτι. Τα κεφάλια τους στριφογύριζαν ή το σκαλοπάτι στριφογύριζε ή και τα δύο. Ξάπλωσαν ευτυχισμένα πάνω στο σκαλοπάτι που κόλλαγε ελαφρά. Συνέχισαν να ακούνε τις φωνές και τα γέλια των ανθρώπων.
Το άλλο πρωί η οικοδέσποινα κατέβηκε με σκούπα και λάστιχο να πλύνει τη σκάλα. «Για δες», σκέφτηκε και χαμογέλασε. «Μεθυσμένα μυρμήγκια».
(H παραπάνω ιστορία βασίζεται σε πραγματικό γεγονός που έλαβε χώρα χθες βράδυ. Ο οίνος ήταν "Εύα" ροζέ από το Κτήμα Εύχαρις. Για του λόγου το αληθές, τη σκάλα έπλυνε ο οικοδεσπότης).
8 σχόλια:
"Μεθυσμενα μυρμηγκια"
Πολυ ομορφο!!!
Πολύ πολύ καλό!
Αξιότιμοι δρομείς,
σας ευχαριστώ τα μάλα!
Τις προάλλες είδα μία ταινία με τα μικρά "μυρμιγκοϊστορίες¨". Από τότε τα βλέπω με άλλο μάτι.
Ωραία τα μεθυσμένα μυρμηγκάκια:)
"Εγραψες" πάλι Μαρία.Να σε βλέπουμε πιο συχνά.
Margo,
Μαγικός μου φαίνεται ο κόσμος των μυρμηγκιών, Μαρία μου. Συχνά κάθομαι και παρατηρώ τις μυρμηγκοφωλιές και τους ρίχνω ψίχουλα.
leona,
Σε λίγες ημέρες θα έχω πια κανονικά internet και υπόσχομαι να είμαι πιο τακτική! Φιλιά
Μόνο μια οικοδέσποινα σαν κι εσένα θα έβλεπε μεθυσμένα τα μυρμήγκια. Και θα τους έριχνε ψίχουλα. Όπως εγώ κάποτε πότιζα ακόμη και τα αγριόχορτα με το λάστιχο πάνω απ' το μπαλκόνι.
Όσο προχωρούν οι ιστορίες σου, Μαρία, τόσο πιο έντονα θα ζητάω εγώ βιβλίο. Δεν έχουμε σειρά μετά τα μυρμήγκια;
Τόλη μου,
από Δευτέρα θα είμαι πια στη βάση μου με την αεροδυναμική μου σύνδεση. Πεθύμησα το φθινόπωρο. 'Ενα ακόμα ευχαριστώ...
Δημοσίευση σχολίου