Ο άχρωμος, σχεδόν μίζερος
σταθμός των υπεραστικών λεωφορείων στην Κουίμπρα διόλου δεν προδιαθέτει τον
ταξιδιώτη για την άφιξη σε μια πόλη με ιδιαίτερη προσωπικότητα, που λάμπει
σταθερά και διακριτικά κάτω από το άστρο της Λισαβόνας. Πρωτεύουσα της Πορτογαλίας
μέχρι τον 13ο αιώνα, πανεπιστημιούπολη με ένα από τα πιο παλιά
πανεπιστήμια της Ευρώπης, πατρίδα της έντεχνης μορφής fado που φέρει το όνομά της. Εδώ γεννήθηκε ο Κάρλος
Παρέδες και εδώ σκάλισε στις χορδές της κιθάρας του τα περίφημα Άγουρα χρόνια του.
Η επιθυμία μου να δω την
Κουίμπρα ήταν μεγάλη, τόσο μεγάλη που ελάχιστα μετριάστηκε από τα πυκνά μολυβιά
σύννεφα που σκέπαζαν τον ουρανό της την ώρα που φτάσαμε. Δεν είχαμε πάρει μαζί
ομπρέλες (το Yahoo Weather έδινε μικρή πιθανότητα βροχής-τι κι αν ο ουρανός
ήταν κατάμαυρος και οι πρώτες ψιχάλες ήδη έπεφταν-το Yahoo δεν κάνει ποτέ λάθος).
Τα ολισθηρά από το ψιλόβροχο ανηφορικά
καλντερίμια, συντροφευμένα από τοίχους στολισμένους με παλιά αζουλέζου ή
γυμνούς, γεμάτους με συνθήματα για την ανεργία, τους χαμηλούς μισθούς και την
τρόικα, οδηγούσαν τα βρεγμένα μας βήματα στην κορυφή της πόλης, όπου βρίσκεται
το Πανεπιστήμιο. Σε έναν τοίχο ένα σκίτσο με μια φάλαινα που ξεφυσάει (η νύχτα είναι μια φάλαινα-η Κουίμπρα
ταιριάζει σε ποιητές)∙ σε άλλο τοίχο το σύνθημα
People of Europe rise up!∙ σε έναν άλλο η επιγραφή Escorbuto (σκορβούτο)-πού το θυμήθηκαν; (υπάρχει και μια ισπανική ροκ μπάντα, όμως).
Καθώς ανηφορίζαμε, βλέπαμε όλο και μεγαλύτερο
κομμάτι του ποταμού Μοντέγου, που διασχίζει την πόλη. Η βροχή ξαφνικά άρχισε να
δυναμώνει. Βρήκα καταφύγιο στο υπόστεγο ενός παλιού σπιτιού∙ υπόστεγο μόνο κατ’ ευφημισμό, αφού ίσα που με κάλυπτε, κολλημένη στην πόρτα
και με ελαφρά ρουφηγμένη την κοιλιά. Στο σκαλοπάτι της πόρτας, μια σακούλα με
ανακυκλώσιμα σκουπίδια και ένα άδειο μπουκάλι μπίρας βολόδερναν πάνω στις πλάκες,
παρασυρμένα από τα ρυάκια της βροχής που κατηφόριζαν. Μαζί με τα ρυάκια, κατηφόριζε
κι ένα λευκό Φίατ 500 με δυο κοπέλες (φοιτήτριες ίσως). Η ξανθιά οδηγός πήρε
ανοιχτά τη στροφή και πάτησε το μπουκάλι της μπίρας, που θρυμματίστηκε με
θόρυβο. Ευτυχώς, η Αγία Ρίτα του γειτονικού κολλεγίου (όπου είχε καταφύγει η
φίλη μου) απέτρεψε έγκαιρα το κακό. Από μακριά, φάνηκε ένας νεαρός να τρέχει μέσα
στη βροχή με τις σημειώσεις του παραμάσχαλα (αυτός ήταν σίγουρα φοιτητής). Και βέβαια, από
όλα τα σπίτια της Κουίμπρα, συνέβη να μένει σε αυτό το ένα και μοναδικό που
είχα διαλέξει για καταφύγιο. Μου έκανε ευγενικά νόημα-“oh, you live here…of course…”, ψέλλισα
απευθύνοντάς του το τελευταίο στεγνό μου χαμόγελο. Παραμέρισα, δίνοντας τόπο
στη βροχή∙ ο νεαρός ξεκλείδωσε και χάθηκε στο εσωτερικό του
σπιτιού.
Η βροχή όμως δεν κρατάει για πάντα κι έτσι σε
λίγο συνεχίζαμε την ανάβαση, μέχρι που πρόβαλε επιβλητικό μπροστά μας το
Πανεπιστήμιο της Κουίμπρα. Νιώθω κάθε φορά ένα δάγκωμα στη θέα των ξένων
πανεπιστημίων. Το ίδιο ένωθα και τώρα. Μπροστά μας στεκόταν η Ιατρική Σχολή και απέναντί
της η Γενική Βιβλιοθήκη. Αγοράσαμε εισιτήρια για να δούμε τους χώρους του
Πανεπιστημίου και κυρίως τη Βιβλιοθήκη Joanina. Πρόκειται για μια βιβλιοθήκη που δημιουργήθηκε
τον 18ο αιώνα και φιλοξενεί περίπου 350.000 τόμους βιβλίων, μερικά
από τον 15ο αιώνα. Το κτήριο
είναι ψηλοτάβανο, με ράφια μέχρι την οροφή, φορτωμένα με χρυσόδετους τόμους. Οι
τοίχοι του έχουν πάχος 2 μ. και εξασφαλίζουν σταθερή θερμοκρασία στο εσωτερικό.
Οι βιβλιοθήκες είναι δρύινες, στολισμένες με κινέζικα μοτίβα. Όπως πληροφορηθήκαμε
από ένα ενημερωτικό φυλλάδιο, το ξύλο της δρυός απωθεί τα έντομα∙ επίσης μέσα
στη βιβλιοθήκη υπάρχει άλλος ένας σύμμαχος των βιβλίων: μια κοινωνία από
βιβλιόφιλες νυχτερίδες που τρώνε τα έντομα. Για να μη λερωθούν τα περίτεχνα,
γεμάτα μαρκετερί τραπέζια της βιβλιοθήκης από τις ακαθαρσίες των νυχτερίδων,
κάθε βράδυ οι φύλακες τα σκεπάζουν με δερμάτινα καλύμματα.
Οι φοιτητές του Πανεπιστημίου της Κουίμπρα φοράνε στην επίσημη στολή τους κορδέλες
διαφορετικών χρωμάτων ανάλογα με τη σχολή. Στο τέλος κάθε ακαδημαϊκού έτους,
καίνε τις κορδέλες σε ειδική τελετή. Επίσης, δίνουν συναυλίες με fado της Κουίμπρα και άλλα
είδη μουσικής, άλλοτε στο Πανεπιστήμιο και άλλοτε σε υπαίθριους χώρους.
Μετά το Πανεπιστήμιο, κατηφορίσαμε προς το κέντρο της πόλης. Σε μερικά
μπαλκόνια, τα παλιά τζιν των ενοίκων, ραμμένα στα μπατζάκια και γεμισμένα με
χώμα, χρησίμευαν ως γλάστρες για μικρά φυτά. Λίγα και καλόγουστα τα τουριστικά
καταστήματα∙ σε ένα από αυτά ακουγόταν το Verdes años, τιμή στον Κάρλος της πόλης. Σε ένα καλντερίμι ανταμωθήκαμε με μια γιαγιά
που κρατούσε μια φρατζόλα ψωμί και μια ομπρέλα. Τι πιο φυσικό θα σκεφτόταν
κανείς, μέχρι τη στιγμή που θα έβλεπε τη γιαγιά να σηκώνει την ομπρέλα εν είδει
όπλου και να μας κλείνει το δρόμο με ύφος σχεδόν απειλητικό. Με νοήματα της χούφτας
μας έδωσε να καταλάβουμε ότι χρειάζονταν διόδια για να περάσουμε. Της έδωσα 50
λεπτά∙ το ύφος της έγινε χαρούμενο και με ένα ενθουσιώδες “obrigada” («ευχαριστώ-υπόχρεη»)
μας άφησε να περάσουμε.
Καθίσαμε σε ένα συμπαθητικό καφέ, που έφερε το βαρύ όνομα Café a Brasileira (όπως το περίφημο καφέ της
Λισαβόνας όπου πίνει καφέ εδώ και δεκαετίες το άγαλμα του Πεσόα). Δίπλα μας,
ένα μεσήλικο ζευγάρι μάλλον ντόπιων έπιναν αμίλητοι τον καφέ τους. Δεν
αντάλλαξαν ούτε λέξη, αντάλλαξαν μόνο σε μια στιγμή τα περιοδικά τους, τουλάχιστον όσο
κράτησε ο δικός μας καφές.
Η βροχή ξανάρχισε πιο δυνατή. Μπήκαμε σε ένα κατάστημα για να πάρουμε δύο
ομπρέλες, όμως όταν βγήκαμε, η βροχή είχε γίνει πια κατακλυσμός. Οι ομπρέλες γύρισαν ανάποδα
από τον αέρα, τα ρούχα μας μούσκεψαν, τα παπούτσια μας ήταν πιο βρεγμένα και
από βατραχοπέδιλα. Αν δεν είχαμε να προλάβουμε το δρομολόγιο της επιστροφής, θα
μπορούσαμε να κάτσουμε κάπου μέχρι να σταματήσει η βροχή. Αναγκαστικά όμως συνεχίσαμε
να προχωράμε μέχρι τον σταθμό, που αυτή τη φορά μου φάνηκε πιο συμπαθητικός και
φιλόξενος. Το λεωφορείο μας δεν άργησε να έρθει και ευτυχώς, όπως τις περισσότερες
φορές, είχε αδιάβροχα καθίσματα. Μέχρι τώρα η Κουίμπρα μου έφερνε συνειρμούς fado∙ από δω και πέρα
νομίζω ότι θα μου φέρνει σταγόνες.
Όφειλα αυτή την ανάρτηση στην ξεχωριστή αυτή πόλη, και επειδή ήθελα να σας την παρουσιάσω, αλλά και επειδή σε τούτο το ιστολόγιο πρέπει να υπάρχει καταγραφή της πιο liquid από τις liquid days της ζωής μου.
1 σχόλιο:
Σαν παραμύθι ή σαν όνειρο ή σαν ένα από τα ρομαντικά ταξίδια που έχω κάνει κι εγώ.
Δημοσίευση σχολίου