Είναι κάτι νύχτες με φεγγάρι μες στα θερινά τα σινεμά
νύχτες που περνούν
που δεν θα ξαναρθούν
μ' αγιόκλημα και γιασεμιά.
Η Ελλάδα είναι μοναδική σε πολλά πράγματα. Τα περισσότερα από αυτά δεν είναι καλά. Σίγουρα όμως ένα από τα λίγα καλά είναι τα θερινά σινεμά. Χωμένα σε αυλές παλιών σπιτιών, σιγουρεμένα από το ξεδιάντροπο παράστημα των τριγύρω πολυκατοικιών με φράχτες φορτωμένους γιασεμιά και μπουκαμβίλιες. Ξαναμμένοι από την καλοκαιρινή ζέστη, οι θεατές, λιγότερο ή περισσότερο σινεφίλ, έρχονται μόνοι ή σε παρέες. Έρχονται να συναντήσουν τη ζωή τους. Αυτή που έφυγε και αυτή που περιμένουν να έρθει. Την περιμένουν σιγοπίνοντας παγωμένη μπίρα και ρίχνοντας κλεφτές ματιές στον ουρανό.
Έχουμε την τύχη, στην περιοχή που είναι το εξοχικό μας, να υπάρχει ένα θερινό σινεμά. Εδώ και πολλά χρόνια το κρατάει ένα ηλικιωμένο ζευγάρι. Κοντοί και ηλιοκαμένοι ο άντρας και η γυναίκα, ταιριαστοί σαν κάθε παλιό ζευγάρι. Οι δυο τους κάνουν τα πάντα. Κόβουν τα εισιτήρια, λειτουργούν το μικρό κυλικείο, χειρίζονται τα μηχανήματα προβολής. Καταφθάνουν κάθε απόγευμα με ένα μικρό αυτοκίνητο απροσδιόριστης κατηγορίας: ούτε αγροτικό, ούτε βαν, ούτε πολυμορφικό. Ηλικιωμένο κι αυτό. Δυο-τρεις φορές τη βδομάδα κουβαλάνε τις κόπιες της τρέχουσας ταινίας.
Οι ταινίες κάθε είδους. Μεγάλες επιτυχίες του χειμώνα, δευτεροκλασάτες ελληνικές παραγωγές, κινούμενα σχέδια. Η προσέλευση πάντα μέτρια. Με το ζόρι βγάζουν τα έξοδά τους. Από τη μια η θάλασσα και από την άλλη η σύμπραξη των μπάρμπεκιου με τα home cinema, πλανεύουν τους παραθεριστές και θαμπώνουν τη λάμψη των κινηματογραφικών αστεριών. Μόνο ο «Τιτανικός» είχε κοντέψει να βουλιάξει το μικρό σινεμά. Εκείνα τα δύο βράδια δεν υπήρχε ελεύθερο κάθισμα. Η δυστυχία των χιλιάδων επιβατών του ιστορικού κρουαζιερόπλοιου μετατράπηκε δια της κινηματογραφικής μαγείας σε ανέλπιστη χαρά για το ζευγάρι των ιδιοκτητών.
Αρχικά το σινεμά ήταν πολύ κοντά στο σπίτι μας, μέσα σε ένα μεγάλο χωράφι. Σινέ «Πανόραμα» το όνομά του, από την ονομασία της περιοχής. Κάθε χρόνο, το ζευγάρι φρεσκάριζε τους εξωτερικούς τοίχους με κίτρινη μπογιά και έβαφε ξανά τα γράμματα. Κόκκινο το Π, πράσινο το Α, πάλι κόκκινο το Ν και το ίδιο εναλλάξ μέχρι το τελευταίο Α. Πρασινοκόκκινο πανόραμα. «Με της καλλίτερες ταινίες» υποσχόταν στον θεατή η ανορθόγραφη επιγραφή στην εξωτερική είσοδο.
Στην αρχή του περσινού καλοκαιριού, προσέξαμε ότι ο κινηματογράφος δεν είχε υποβληθεί στο ετήσιο λίφτιγκ του. Οι τοίχοι ήταν άβαφοι. Τα περισσότερα γράμματα έλειπαν. Συγκεκριμένα, έλειπε το …ΟΡΑΜΑ. Και πού υπάρχει πια όραμα, θα σκεφτόταν κανείς. Είχε μείνει στη θέση του το ΠΑΝ… Τρελοί συνειρμοί περνούσαν από το διεστραμμένο μυαλό μου. Θες οι ιδιοκτήτες, απογοητευμένοι από τη μιζέρια των προηγούμενων ετών, να το μετατρέψουν σε τσοντάδικο, επικαλούμενοι για βοήθεια τον θεό Πάνα;
Το μυστήριο δεν άργησε να λυθεί. Ο ιδιοκτήτης του χωραφιού είχε ζητήσει μεγαλύτερο ενοίκιο από το ζευγάρι. Αναγκάστηκαν λοιπόν να μεταφέρουν το σινεμά σε άλλο χώρο. Έστησαν από την αρχή το σινεμαδάκι. Κράτησαν το …ΟΡΑΜΑ, πρασινοκόκκινο όπως παλιά. Φύτεψαν κόκκινα γεράνια που γίνονται γρήγορα και είναι ανθεκτικά. Άλλαξαν ταπετσαρίες στις καρέκλες. Και νάτο το «ΟΡΑΜΑ», όρθιο και ζωντανό πάλι, σε πιο πολυσύχναστη περιοχή. Στον κεντρικό παραλιακό δρόμο τοποθετήθηκε η επιγραφή «Με της καλλίτερες ταινίες» για να δείχνει τη στροφή που πρέπει να ακολουθήσει ο υποψήφιος θεατής.
Πηγαίνουμε συχνά, πότε μόνοι μας και πότε με τα κορίτσια. Μερικές φορές η γυναίκα στο ταμείο δεν μας παίρνει εισιτήριο για την Άννα. Μας κάνει εντύπωση, γιατί είναι φανερό ότι πάλι με το ζόρι βγάζει ο κινηματογράφος τα έξοδά του. Ξαναβλέπουμε τις ταινίες του χειμώνα που μας άρεσαν και αυτές που χάσαμε.
Βλέπουμε και άλλες ταινίες που δεν θα επιλέγαμε ποτέ να δούμε στην Αθήνα. Πιο πολύ για την αίσθηση της μεγάλης οθόνης μέσα στην καλοκαιρινή νύχτα και για την εγκάρδια «καλησπέρα» της ηλικιωμένης γυναίκας στο ταμείο. Και για την παγωμένη μπίρα. Και για τα απαγορευμένα πατατάκια με ρίγανη. Σε κάτι τέτοιες ταινίες συνηθίζω να χάνομαι στις σκέψεις μου. Μένουν σαν υπόκρουση οι διάλογοι των ηθοποιών στο πανί. Εικόνα γίνεται η νύχτα με ηθοποιούς τα χιλιάδες αστέρια και guest stars τα νυχτερινά αεροπλάνα.
Έτσι περνούν τα καλοκαιρινά βράδια. Με γεράνια αντί γι’ αγιόκλημα. Με μάγισσες, ιππότες, χορεύτριες, πολεμιστές και πρόσφατα με βρικόλακες και λυκανθρώπους, όπως προστάζει η κινηματογραφική και εκδοτική μόδα. Βράδια που δεν θα ξαναρθούν, αλλά που φεύγουν όμορφα, για να δώσουν τη θέση τους στην επόμενη καυτή και πολυάσχολη μέρα.
5 σχόλια:
Και όμως έχει κάτι ζηλευτό αυτό το ζευγάρι.. Έχει ένα ρομαντισμό που μάλλον χάνεται..
..και στην Αθηνα οι θερινοι κινηματογραφοι..σιγα σιγα..τεινουν προς εξαφανιση..
Ενας γνωστος για πολλα χρονια θερινος κινηματογραφος / θεατρο,που πηγαινα συχνα τωρα ειναι..σουπερμαρκετ..
Πρόσφατα ήρθε στη μνήμη μου το θερινό σινεμά της γειτονιάς μου στη Νίκαια που μεγάλωσα. Μία ταινία ήταν η αφορμή που ξαναείδα στην τηλεόραση. Τα μάτια έβλεπαν τη ταινία και το μυαλό ταξίδευε σε εκείνο τον όμορφο χώρο που στέγασε πολλές στιγμές μας. Σήμερα είναι σούπερ μάρκετ.
Όσο είναι καλά το ηλικιωμένο ζευγάρι θα το κρατά με πείσμα απ' ότι φαίνεται. Τυχερά τα παιδιά να ζουν την εμπειρία του θερινού σινεμά..
Πολλά φιλιά Μαρία μου καλές διακοπές σας εύχομαι:)
Νομίζω ότι έχουμε όλοι τις ίδιες όμορφες εικόνες από τα θερινά σινεμά. Αξέχαστες εμπειρίες. 'Οποτε βρω την ευκαιρία πηγαίνω, στα εκτός Αθηνών κυρίως. Καλημέρα
Τι μου θύμισες...
Δημοσίευση σχολίου