Σελίδες

22.5.11

Στο Ζάππειο μια μέρα

      Περιμένω την Έλλη να τελειώσει τις προφορικές εξετάσεις του Lower σε ένα καφέ των Αμπελοκήπων. Ταυτόχρονα πίνω τον πρώτο freddo καπουτσίνο της χρονιάς. Καλοκαίριασε κανονικά πια. Ο ζεστός δεν τραβιέται.
      Ξεφυλλίζω τις κυριακάτικες εφημερίδες. Το σημερινό αποτύπωμα της Μαριάννας Τζιαντζή στην Καθημερινή αναφέρεται σε «Μια φοράδα που ξεψύχησε στη γράνα». Σε ένα χωριό του Δήμου Ολυμπίας, ο ιδιοκτήτης ενός αλόγου, που για κάποιο λόγο ήθελε να το ξεφορτωθεί, το έδεσε στον κοτσαδόρο του αυτοκινήτου του και το έσερνε επί δύο χιλιόμετρα με ταχύτητα μεγαλύτερη από αυτή που μπορούσε να αναπτύξει το ζώο. Το αποτέλεσμα ήταν να διαλυθεί το άλογο εις τα εξ ων το είχε συνθέσει ο πλάστης του. Ο αφέντης του ολοκλήρωσε την κτηνωδία, αφήνοντας το ζώο να αργοπεθαίνει σε μια γράνα. Η λέξη γράνα, πολύ συνηθισμένη στην Πελοπόννησο, σημαίνει αρδευτικό χαντάκι. Μέχρι τώρα ήξερα ότι η γράνα αποτελεί όριο ανάμεσα σε γειτονικά χωράφια ή αγωγό αποχέτευσης του βρόχινου νερού σε αγροτικούς δρόμους. Φαίνεται ότι στην εποχή μας αποχετεύει επίσης ειδεχθείς συμπεριφορές και κτηνώδη ένστικτα αγροίκων Νεοελλήνων.
      Η Έλλη τέλειωσε καλά τις εξετάσεις. Τη ρωτάω αν είχε αγωνία την ώρα που εξεταζόταν. Η καθηγήτριά τους των αγγλικών τους είχε συμβουλεύσει, αν νιώσουν άγχος και ανησυχία στη θέα του εξεταστή, να προσπαθήσουν να τον φανταστούν γυμνό πάνω στη λεκάνη της τουαλέτας. Έμεινα άφωνη μπρος στον ευρηματικό αυτό τρόπο διαφυγής από το φαύλο κύκλο του στρες. Εντελώς αυτόματα έπιασα τον εαυτό μου να φαντάζεται όλους εκείνους που κατά καιρούς μου είχαν εμπνεύσει από άγχος έως πραγματικό τρόμο, σε αυτή την πολύ ιδιωτική στιγμή. Πραγματικά, πόσο πιο ανάλαφρα θα ήταν τα φοβερά βήματα της ζωής μου, αν είχαν λάβει χώρα μπροστά σε μια νοητή σειρά από τουαλέτες. Ένιωσα ευγνωμοσύνη για την καθηγήτρια αγγλικών της Έλλης.
      Κατηφορίσαμε με το μετρό προς το Σύνταγμα. Στην κορυφή της πλατείας, κάτω από έναν διακοσμητικό πολυέλαιο που έχει ξεμείνει, νομίζω, από τα Χριστούγεννα, συναντήσαμε ένα σύγχρονο προφήτη. Στεκόταν ακίνητος στο ψηλότερο σκαλοπάτι, με τα χέρια ανοιχτά σα να κάνει κήρυγμα, έχοντας κρεμασμένο επάνω του ένα πλακάτ. Ψηλά πάνω από το κεφάλι του ο πολυέλαιος, ακόμα πιο ψηλά ο ζεστός ανοιξιάτικος ήλιος που χτύπαγε κατακέφαλα και μπροστά του, στα χαμηλότερα σκαλοπάτια, πολλοί περαστικοί και τουρίστες που τον έβγαζαν φωτογραφίες. Μου φάνηκε σαν να στεκόταν «εις το ήμισυ του δρόμου, μεταξύ της θείας και της ανθρωπίνης δικαιοσύνης», όπως η φόνισσα του Παπαδιαμάντη. Ζηλεύω τέτοιους ανθρώπους που, έστω και μέσα στην ιδιαιτερότητά τους, πιστεύουν ότι υπάρχει πραγματικά ελπίδα σωτηρίας.
       «Ο άνθρωπος είναι ο καλύτερος φίλος του βιβλίου». Αυτό είναι το μότο της φετινής Έκθεσης Βιβλίου που γίνεται αυτές τις μέρες στο Ζάππειο. Λίγοι και καλοί οι φίλοι αυτό το κυριακάτικο πρωινό. Απλωμένα πάνω στους πάγκους των εκδοτών, συχνά με σκεβρωμένα από τον ήλιο εξώφυλλα, τα βιβλία περίμεναν με λαχτάρα τους φίλους τους να τα πάρουν στα χέρια τους, να τα ξεφυλλίσουν και να τα πάρουν τελικά μαζί τους φεύγοντας.
      Πήρα κι εγώ μερικά και ανάμεσά τους τη «Φωνή της Σιωπής», μια συλλογή του αγαπημένου μου Αργύρη Χιόνη. Άνοιξα τυχαία σε μια σελίδα: Η ποίηση πρέπει να’ναι/ Ένα ζαχαρωμένο βότσαλο/ Πάνω που θα’χεις γλυκαθεί/ Να σπας τα δόντια σου. Χωρίς δεύτερη σκέψη πήρα το βιβλίο. Δεν μπόρεσα ποτέ μέχρι τώρα να αντισταθώ μπροστά σε γραπτό του Χιόνη. Με αφήνει μαγεμένη, κεραυνοβολημένη. Σε κάποιο άλλο από τα βιβλία που πήρα, διάβαζα ότι το θάρρος που προσιδιάζει στην ευφυΐα είναι το θάρρος της διαύγειας. Αυτό έχει ο λόγος του Χιόνη. Είναι ο διαυγής λόγος ενός ευφυούς ανθρώπου. Καμία λέξη δεν περισσεύει. Κανένα νόημα δεν χάνεις. Ο Χιόνης σμιλεύει την καθημερινότητα με έναν μοναδικό τρόπο, λες και τα αισθητήριά του έχουν άλλη κατασκευή και συνδέονται αλλιώς με τον εγκέφαλο από εκείνα των υπόλοιπων ανθρώπων: Σύννεφα/ σκότωσαν τον ήλιο/ κι ύστερα/ κλάψαν το χαμό του. Ένα τετράστιχο με τίτλο «Βροχή».
       Στο τέλος της βόλτας, καθόμαστε με την Έλλη στη θρυλική «Αίγλη». Στο απέναντι τραπέζι ένα ζευγάρι με δύο αγοράκια ηλικίας δημοτικού. Το ένα έχει βυθιστεί σε ένα τεύχος του «Αστερίξ». Η μαμά παρακαλεί το άλλο να ξεφυλλίσει ένα πολύχρωμο βιβλίο που του έχει αγοράσει. Ο μικρός δυσανασχετεί. Διατείνεται ότι «το ξεφύλλισε». Σκέφτομαι ότι πρέπει να ξαναπεράσουμε από την έκθεση φεύγοντας. Η Άννα μου έχει παραγγείλει να της βρω «ένα καλό βιβλίο».
       Ο άνθρωπος είναι ο καλύτερος φίλος του βιβλίου. Δείξε μου τον φίλο σου να σου πω ποιος είσαι.

2 σχόλια:

Unknown είπε...

Αύριο Τρίτη, στο ποιητικό ανθολόγιο θα έχει Χιόνη. Αφιερωμένο!

Μαρία Δριμή είπε...

Ευχαριστώ!